Απόψε δεν έχουμε φίλους

εκείνες της εξωκοινοβουλευτικής. Όμως σήμερα είχαν πά- ρει φωτιά οι πάντες. Έλεγαν πως το μεσημέρι κάποιοι έβα- λαν κρυφά αμανέ στα μεγάφωνα, σκέτη μουσική όλο τσακί- σματα, και πως σηκώθηκε να χορέψει μία κοντή απ’ τη Σταυρούπολη, μια τσαπερδόνα του νεοελληνικού. Πήδηξε στην έδρα, ξάπλωσε ανάσκελα σεινάμενη στο ρυθμό –με φούστα ως τον αστράγαλο, αλλά από μέσα ξυρισμένα πό- δια– κρίμα , σχολίαζαν κάποιοι, μάσησε την κασέτα το μηχά- νημα και έμεινε στη μέση ο χορός. Συζητούσαν για τα μαθήματα, φώναζαν πως έπρεπε κα- θένας να επιλέγει ό,τι θέλει, με όποιον διδάσκοντα θέλει. Έλεγαν κι άλλα, για την κουλτούρα ως μηχανισμό κοινωνι- κής ενότητας, για τις υλικές συνδηλώσεις των λέξεων. Μι- λούσαν και για την πολιτική της κουλτούρας, μάλωναν με- ταξύ τους, πώς πήγε τώρα εκεί η συζήτηση , ψιθύριζαν μερικοί και δυσανασχετούσαν μόνοι τους. οι ώρες περνούσαν, κό- σμος μπαινόβγαινε, έτρωγαν πίτα-γύρο, μερικοί ξετύλιγαν σοκοφρέτες, έπιναν μπίρες και συνέχιζαν,ώσπου ξανάρθε η συζήτηση στην κουλτούρα. Πετάχτηκε η Φανή, που το σκε- φτόταν συνέχεια, όμως πάντα κάποιος άλλος έπαιρνε το λό- γο, κάποιος πιο σίγουρος για τον εαυτό του, με καρφωμένες τις ιδέες στο κεφάλι του και έτοιμες τις λέξεις, ενώ εκείνη προσπαθούσε να τις βάλει στη σειρά. Έγειρε μπρος να πάρει δύναμη. – Παιδιά,είπε,στο Μπέλφαστ και στην Παλαιστίνη κουλ- τούρα δεν είναι ό,τι βάζεις στο κασετόφωνο. είναι αυτό για το οποίο σκοτώνεις. 20 ΣοΦια νικοΛαΪΔου

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=