Αντίλαλοι νεκρών (Pocket)

[ 9 ] Έλαντ, 1972 Ο τοίχος ήταν χτισμένος με μεγάλες στρογγυλές πέτρες, σκεπα­ σμένες από γκριζόασπρες λειχήνες· ήταν ψηλός όσο και το αγόρι, που μπορούσε να κοιτάξει απέναντι μόνο αν στεκόταν στις μύτες των ποδιών του. Από την άλλη πλευρά του τοίχου όλα ήταν γκρίζα, βουτηγμέναστην ομίχλη.Τοαγόρι θαμπορούσε ναστέκεται στο τέλος του κόσμου, όμως ήξερε ότι ίσχυε ακριβώς το αντίθετο: ο κόσμος άρχιζε από την άλλη πλευρά του τοίχου. Ο απέραντος κόσμος, που απλωνόταν έξω από τον κήπο του παππού και της για­ γιάς. Όλο το καλοκαίρι το αγόρι δεν σκεφτόταν τίποτε άλλο από το να ανακαλύψει τον κόσμο από την άλλη πλευρά του τοίχου. Δύοφορές προσπάθησε νασκαρφαλώσει στον τοίχο, και τις δύο όμως τα χέρια του γλίστρησαν στις τραχιές πέτρες και έπεσε πίσω, στο υγρό χορτάρι. Το αγόρι δεν τα παράτησε, και την τρίτη φορά τα κατάφερε. Πήρε βαθιά ανάσα και ανέβηκε, πιάστηκε από τις κρύες πέτρες και έφτασε στην κορυφή του τοίχου. Ήταν μια νίκη γι’ αυτόν, κόντευε έξι χρονών και ήταν η πρώτη φορά στη ζωή του που θα περνούσε τοίχο. Για λίγη ώρα έμεινε κα­ θισμένος εκεί πάνω, στην κορυφή, σαν βασιλιάς στον θρόνο του. Ο κόσμος από την άλλη μεριά του τοίχου ήταν απέραντος, αλλά και γκρίζος, θολός. Η ομίχλη που είχε σκεπάσει το νησί εκείνο το απόγευμα δεν άφηνε το αγόρι να δει και πολλά από όσα υπήρχαν έξω, όμως κάτω, στα ριζά του τοίχου, έβλεπε χρυσοκάστανο χορτά­ ρι σε ένα μικρό λιβάδι. Πιο πέρα το μάτι του πήρε κάτι αγριοκυπα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=