Άνθρωπος Μαρίκα
9 Πρελούδιο Α. «Η γιαγιά της μαμάς μου σκαρφάλωσε μια μέρα και κοί- ταξε έξω από ένα παραθυράκι που ήτανε ψηλά ψηλά. Κι είδε πτώματα πολλά. Κι ένα πτώμα ήταν αποκεφαλισμέ- νο. Το κεφάλι, λίγο πιο πέρα απ’ το σώμα, το τσιμπολο- γούσαν οι κότες που βόσκαν αδέσποτες. Μια άλλη κότα ήταν ανεβασμένη στο στήθος του πτώματος και τσιμπο- λογούσε τον κομμένο λαιμό και τα σκουλήκια που βγαί- νανε μέσα από το σαπισμένο, το μαύρο το κρέας. Λίγες μέρες μετά, οι Τούρκοι τούς έβγαλαν έξω απ’ την αποθή- κη, ήρθε κι ο δήμιος κι άρχισε ν’ ακονίζει μπροστά τους το μαχαίρι. Κι έφεραν ψωμί να φάνε οι ετοιμοθάνατοι, γιατί η θρησκεία τους, των Τούρκων, λέει άμα σφάζεις χορτάτους δεν πιάνεται αμαρτία. Και σφάξανε και ψήσα- νε και τους ταΐσανε κι από κείνες τις κότες που είχαν φάει πριν τα πτώματα των συγγενών τους. Και τους το φανερώσανε τι ήτανε αυτό που φάγανε λίγο προτού να
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=