Ανθρώπινη δουλεία

ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΔΟΥΛΕΙΑ 17 ριστικά. Καταγόταν από το Ντέβονσαϊρ και παρ’ όλα τα χρόνια δουλειάς που είχε στο Λονδίνο, δεν είχε χάσει την προφορά της. Τα δάκρυα μεγάλωναν τη συγκίνησή της κι έσφιξε το μικρό αγόρι πάνω της. Ένιωθε το κρίμα του χωρισμού αυτού του μικρού παιδιού από τη μάνα του, από τη μοναδική πηγή αγάπης σε τούτο τον κόσμο που δεν είναι εγωιστική. Ήταν φριχτό που τώρα θα το έπαιρναν ξένοι. Σε λίγο όμως κατάφε­ ρε να συνέλθει. «Ο θείος σου ο Γουίλιαμ περιμένει να σε δει» είπε. «Πήγαι­ νε ν’ αποχαιρετήσεις τη μις Γουότκιν, να πάμε σπίτι». «Δε θέλω να την αποχαιρετήσω» απάντησε εκείνος, συ­ γκρατώντας από ένστικτο τα δάκρυά του. «Πολύ καλά τότε, τρέχα πάνω να φέρεις το καπέλο σου». Εκείνος πήγε και το πήρε και κατεβαίνοντας είδε την Έμα να τον περιμένει στο χολ. Άκουσε φωνές στο αναγνωστήριο πίσω από την τραπεζαρία. Στάθηκε για λίγο. Ήξερε ότι η μις Γουότκιν και η αδελφή της συζητούσαν με κάτι φίλους τους και σκέφτηκε –ήταν τότε εννιά χρονών– ότι αν εμφανιζόταν μπροστά τους θα τον λυπούνταν. «Νομίζω ότι θα πάω να πω γεια στη μις Γουότκιν». «Καλά θα κάνεις» είπε η Έμα. «Πήγαινε και πες τους ότι θα έρθω» της είπε. Ήθελε να εκμεταλλευτεί όσο γινόταν την ευκαιρία του. Η Έμα χτύπησε την πόρτα και μπήκε μέσα. Την άκουσε να μι­ λάει. Η συζήτηση διακόπηκε απότομα και ο Φίλιπ μπήκε στο δωμάτιο κουτσαίνοντας ελαφρά. Η Χενριέτα Γουότκιν ήταν μια στιβαρή γυναίκα, κοκκινοπρόσωπη, με βαμμένα μαλλιά. Εκείνα τα χρόνια το να βάφει κανείς τα μαλλιά του ήταν μια κίνηση που προκαλούσε σχόλια και ο Φίλιπ είχε ακούσει πολ­ λά κουτσομπολιά σπίτι του όταν η νονά του είχε αλλάξει χρώ­ μα μαλλιών. Ζούσε μαζί με την ηλικιωμένη αδελφή της που

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=