Ανθρώπινη δουλεία
W. SOME R S E T MAUGHAM 24 χε κάτι περίεργο στην εικόνα των επίπλων. Το κρεβάτι ήταν φτιαγμένο λες κι επρόκειτο να κοιμηθεί κάποιος εκεί τη νύχτα και πάνω στο μαξιλάρι ήταν τοποθετημένο ένα νυχτικό. ΟΦίλιπ άνοιξε μια μεγάλη ντουλάπα γεμάτη φορέματα και τρυπώνοντας μέσα, άρπαξε όσο περισσότερα μπορούσε κι έχωσε μέσα σ’ αυτά το πρόσωπό του. Είχαν το άρωμα που φορούσε η μητέρα του. Έπειτα άνοιξε τα συρτάρια, γεμάτα με τα πράγματά της, και βάλθηκε να τα κοιτάει: υπήρχαν σακου λάκια με λεβάντα ανάμεσα στα λινά υφάσματα και η οσμή τους είχε μια ευχάριστη φρεσκάδα. Το δωμάτιο έπαψε να δείχνει παράξενο και του φάνηκε σαν η μητέρα του να έλειπε απλά για μια βόλτα. Σύντομα θα γυρνούσε πίσω και θα ανέβαινε να πιει το απογευματινό της τσάι μαζί του. Και ήταν σαν να ένιω θε κιόλας το φιλί της στο μάγουλό του. Δεν ήταν αλήθεια ότι δε θα την ξανάβλεπε. Δεν ήταν αλή θεια, γιατί κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο. Ανέβηκε στο κρεβάτι κι έχωσε το πρόσωπό του στο μαξιλάρι. Έμεινε εκεί σχεδόν ακί νητος. 4 Ο Φίλιπ αποχωρίστηκε με δάκρυα την Έμα, μα το ταξίδι για το Μπλάκστεϊμπλ τον διασκέδασε, έτσι όταν έφτασαν, ήταν κουρασμένος κι ευδιάθετος. Το Μπλάκστεϊμπλ απείχε εξήντα έξι μίλια από το Λονδίνο. Αφού παρέδωσαν τις απο σκευές τους σ’ έναν αχθοφόρο, ο κύριος Κάρεϊ κίνησε μαζί με τον Φίλιπ για το πρεσβυτέριο· τους πήρε λίγο παραπάνω από πέντε λεπτά και όταν τελικά έφτασαν, ξαφνικά ο Φίλιπ κατάφερε να θυμηθεί την πύλη του. Ήταν κόκκινη, με πέντε κάγκελα· άνοιγε και προς τις δύο κατευθύνσεις, με γερούς
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=