Ανθρώπινη δουλεία

W. SOME R S E T MAUGHAM 20 «Η αγαπητή σου μητέρα σε έθεσε υπό την κηδεμονία μου». Ο κύριος Κάρεϊ δεν εκφραζόταν με μεγάλη ευχέρεια. Όταν έμαθε τα νέα του επικείμενου θανάτου της νύφης του, ξεκί­ νησε αμέσως για το Λονδίνο, αλλά στον δρόμο δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτε άλλο πέρα από την ενόχληση που θα προ­ καλούσε ο θάνατός της στη ζωή του, υποχρεώνοντάς τον να αναλάβει την ανατροφή του γιου της. Ήταν πάνω από πενή­ ντα, και η γυναίκα του, με την οποία είχαν τριάντα χρόνια παντρεμένοι, δεν είχε κάνει παιδιά· δεν έβλεπε με καλό μά­ τι την παρουσία ενός μικρού αγοριού, που θα μπορούσε να είναι άτακτο και φασαριόζικο. Ούτε και πολυσυμπαθούσε τη νύφη του. «Θα σε πάρουμε στο Μπλάκστεϊμπλ αύριο το πρωί». «Θα έρθει και η Έμα;» Το αγόρι έβαλε το χέρι του μέσα στο δικό της κι εκείνη το έσφιξε. «Φοβάμαι ότι η Έμα θα πρέπει να φύγει» είπε ο κύριος Κάρεϊ. «Όμως θέλω να έρθει κι αυτή μαζί μας». Ο Φίλιπ άρχισε να κλαίει και η νταντά δεν κατάφερε να συγκρατηθεί. Ο κύριος Κάρεϊ τους κοίταξε με κάποια αμηχα­ νία. «Καλύτερα να μας αφήσετε για λίγο μόνους με τον νεαρό κύριο Φίλιπ». «Μάλιστα, κύριε». Μολονότι ο Φίλιπ είχε κολλήσει πάνω της, εκείνη του άφη­ σε απαλά το χέρι. Ο κύριος Κάρεϊ πήρε το αγόρι στα γόνατά του και πέρασε το χέρι του γύρω απ’ τον ώμο του. «Δεν πρέπει να κλαις» του είπε. «Είσαι μεγάλος πια για να έχεις νταντά. Θα κανονίσουμε να πας σχολείο». «Θέλω να έρθει και η Έμα μαζί μας» επανέλαβε το παιδί. «Είναι πολύ ακριβή, Φίλιπ. Ο πατέρας σου δεν άφησε πίσω

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=