Ανταρκτική

Α Ν Τ Α Ρ Κ Τ Ι Κ Η 14 «Είμαι ο πιο μοναχικός άνθρωπος στον κόσμο» είπε. «Εσύ;» «Είμαι παντρεμένη». Απάντησε προτού προλά- βει να το σκεφτεί. Εκείνος γέλασε. «Παίξε μπιλιάρδο μαζί μου». «Δεν ξέρω να παίζω». «Δεν πειράζει» είπε. «Θα σου μάθω. Θα καρ- φώνεις τη μαύρη σε χρόνο μηδέν». Έβαλε μερικά κέρματα στη σχισμή και τράβηξε έναν μοχλό και μια σειρά από μπάλες κατρακύλησαν στη μαύρη τρύπα κάτω από το τραπέζι. «Μονόχρωμες και δίχρωμες» είπε, τρίβοντας κιμωλία στη στέκα. «Δες ποιες θες. Σπάω εγώ». Της έμαθε να σκύβει και να στοχεύει, να παρα- κολουθεί τη διαδρομή της μπάλας όταν την πετύ- χαινε, όμως δεν την άφησε να κερδίσει ούτε ένα παιχνίδι. Όταν πήγε στην τουαλέτα, ήταν μεθυ- σμένη. Δεν μπορούσε να βρει την άκρη από το χαρτί υγείας. Ακούμπησε το μέτωπό της στον κρύο καθρέφτη. Δεν θυμόταν να είχε μεθύσει ποτέ τόσο πολύ. Τελείωσαν τα ποτά τους και βγήκαν έξω. Ο αέρας γέμισε τα πνευμόνια της. Σύννεφα μπλέκο- νταν αξεδιάλυτα στον ουρανό. Έριξε πίσω το κε- φάλι της για να τα θαυμάσει. Ευχήθηκε ο κόσμος να έπαιρνε ένα εκπληκτικό, εξωφρενικό κόκκινο για να ταιριάξει με τη διάθεσή της. «Ας περπατήσουμε» της είπε. «Θα σε ξεναγήσω».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=