Ανοιχτή θάλασσα

C A L E B A Z U M A H N E L S O N 22 «Είναι σίγουρο τώρα αυτό;» «Ναι, έτσι νομίζω. Τους είδα να φιλιούνται στην άκρη του μπαρ». Ο Φρέντι γελάει και σηκώνει τα χέρια του. «Εντάξει, ρε φίλε, δεν σε κρίνω. Τίποτε σε αυτή τη ζωή δεν είναι ξεκάθαρο. Αλλά ναι, μπορεί να θέλεις…» Κάνει με τα δάχτυλά του πως κόβει με ψαλίδι. Πώς ξεφορτώνεται κάποιος την επιθυμία; Αν της δώσεις φωνή είναι σαν να φυτεύεις έναν σπό- ρο, ξέροντας ότι κάπως, με κάποιον τρόπο, θα βλαστήσει. Είναι σαν να παραδέχεσαι κάτι που βρίσκεται στα εξώτερα όρια της κατανόησής σου και να υποκύπτεις σε αυτό. Ακόμα όμως και αν αυτός ο σπόρος μεγαλώσει, ακόμα και αν το σώμα ζήσει, ανασάνει, ανθίσει, κανείς δεν εγγυάται πως θα υπάρξει ανταπόδοση. Ούτε ότι θα την ξαναδείς ποτέ. Γι’ αυτό όλοι υπε- ρασπίζονται τους καλοκαιρινούς έρωτες. Ακόμα και αν αφήσετε ο ένας τον άλλον μια ατέλειωτη νύχτα, ακόμα και αν δείτε τους δρόμους σας να χωρίζουν, ακόμα και αν βρεθείς να κοιμάσαι με μόνη συντροφιά την ανάμνηση της οικειότητας που είχατε, θα έρθει μια αχτίδα καλοκαιριού που μπαίνει από το άνοιγμα της κουρτίνας. Θα έρθει ένα αύριο όπου η μέρα θα είναι μεγάλη, το ίδιο και η νύχτα. Θα έρθει άλλος ένας καύσωνας ή ένα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=