Ανησυχία
Α Ν Η Σ Υ Χ Ι Α 11 τους, και για να αντισταθμίσω τη δική μου ανωριμότητα, φανταζόμουν συχνά ότι μπορούσα να διαιρεθώ και να γίνω πολλοί εαυτοί, να μεταμορφωθώ σε έναν λιλιπούτειο στρα τό, και ότι εμείς είχαμε δύναμη – ήμασταν μικροί, αλλά ήμασταν πολλοί. Μοίραζα τον εαυτό μου και βάδιζα απο φασιστικά από τον ένα στον άλλο, από τον πατέρα στη μητέρα και από τη μητέρα στον πατέρα, είχα πολλά μάτια και πολλά αυτιά, πολλά ισχνά κορμιά, πολλές διαπεραστι κές φωνές και αρκετές χορογραφίες. Η τρίτη αγάπη. Ένας τόπος . Το Χάμαρς, ή Γιούπανταλ όπως ήταν γνωστό τον παλιό καιρό. Το Χάμαρς ήταν ο δικός του τόπος, όχι ο δικός της, ούτε των άλλων γυναικών, ούτε των παιδιών, ούτε των εγγονιών. Για κάποιο διάστημα ήταν σαν να ανήκαμε εκεί, σαν να ήταν ο τόπος μας. Αν είναι αλήθεια ότι ο καθένας έχει έναν τόπο, παρότι υποθέτω ότι δεν ισχύει αυτό, αλλά έστω ότι ίσχυε , τότε αυτός ήταν ο τόπος μου, ή τουλάχιστον ήταν περισσότερο δικός μου από το όνομα που μου δόθηκε · δεν ένιωθα άβολα τριγυρίζοντας στο Χάμαρς όπως νιώθω άβολα τριγυρίζοντας στον κόσμο με το όνομα που μου έδωσαν. Αναγνώριζα τη μυρωδιά του αέρα και τη θάλασσα, τις πέτρες και το πώς τα πεύκα κα μπούριαζαν από τον άνεμο. Να ονομάσεις. Να δώσεις και να πάρεις και να έχεις και να ζήσεις και να πεθάνεις με ένα όνομα. Μια μέρα θα ήθελα να γράψω ένα βιβλίο χωρίς ονόματα. Ή ένα βιβλίο με πολλά ονόματα. Ή ένα βιβλίο στο οποίο όλα τα ονόμα τα είναι τόσο συνηθισμένα ώστε ξεχνιούνται αμέσως, ή
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=