Αμνησία
2 Χ ωρίς να το καλοσκεφτώ, τη γύρισα ανάσκελα και βεβαιώ- θηκα πως δεν είχε σφυγμό. Το δέρμα της ήταν ακόμη ζεστό, για κάποιον λόγο όμως ήξερα ότι δεν μπορούσα να κάνω τίπο- τε γι’ αυτήν. Πίεσα το στήθος της ξανά και ξανά, φύσηξα αέρα μέσα στα χείλη της, ξαναπίεσα το στήθος της, μέχρις ότου η συνείδησή μου μου είπε ότι είχα κάνει το καθήκον μου. Έμεινα γονατιστός πλάι της, με τα χέρια και το πρόσωπο βαμμένα με αίμα, και την κοίταξα εξεταστικά. Είχε όμορφο πρόσωπο· αυτός ο τύπος ομορφιάς που δεν αφήνει περιθώρια για συζήτηση. Δεν έδειχνε μεγαλύτερη από είκοσι χρονών. Φορούσε άσπρο φανε- λάκι, μπλε σορτσάκι με λευκές καρδιές και παπούτσια DC. Η σφαίρα τη βρήκε πισώπλατα, στο ύψος της καρδιάς. Παρατήρησα το σεντόνι που είχα παραμερίσει και που τώρα ήταν ένα κουβάρι. Το έσπρωξα με το πόδι μου πριν το λερώσει ένα ρυάκι αίματος. Τότε έχασα την ψυχραιμία μου. Μέχρι στιγμής οι πράξεις μου διέπονταν από την κοινή λογική · είχα κάνει ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να την επαναφέρω. Τι υποτίθεται πως έπρεπε να κάνω τώρα; Τα χέρια μου έτρεμαν. Σκάναρα το δωμάτιο με την αίσθηση πως κάποιος με παρακολουθούσε. Επικεντρώθηκα στο άδειο μπουκάλι, μετά στα χέρια μου και τελευταία στο όπλο. Περπάτησα από τη μιαν άκρη στην άλλη ψελλίζοντας ασυναρτησίες. Έπρεπε να καλέσω την αστυνομία.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=