Αλεξανδρινές φωνές

16 ΠΕΡΣΑ ΚΟΥΜΟΥΤΣΗ εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Κωνσταντίνο για όλα όσα διαδίδο- νταν γι’ αυτόν στην Αλεξάνδρεια –όχι μόνο για τον άστατο και έκλυτο βίο που διήγε, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, τις ιδιοτροπίες του ή ακόμα για τον προκλητικό του χαρακτή- ρα–, αλλά και γιατί βαθιά μέσα του τον ζήλευε. Ζήλευε το ταλέντο του και ζήλευε το πάθος του για τη ζωή. Τη δύναμή του να αντιπαρατεθεί με απίστευτο θάρρος με μια ολόκλη- ρη κοινωνία κυριευμένη από τον συντηρητισμό και την υποκρισία, χωρίς να δίνει δεκάρα σε ό,τι διέδιδαν για το πρόσωπό του. Ενώ εκείνος έπρεπε πάντα να συμβιβάζεται, να ανταποκρίνεται στην εικόνα που έφτιαξαν οι άλλοι για τον ίδιο και να αποποιείται τις βαθύτερες ανάγκες του, να κλείνει τα μάτια του στο ποιος πραγματικά ήταν. Κι αν δεν ήταν το επάγγελμά του, με το οποίο παθιαζόταν και στο οποίο διοχέτευε όλη του την ενέργεια, δεν θα άντεχε στιγμή την ανιαρή και αδιάφορη ζωή του. Εντούτοις, τα λόγια βγή- καν με δυσκολία από το στόμα του, ενώ δεν κατάφερε να απαλλαγεί από τα συναισθήματα οίκτου και συμπόνιας που τον γέμισαν ξαφνικά ενώ τα άρθρωνε. «Μίλησέ μου πιο καθαρά. Τι εννοείς;» κατάφερε επιτέ- λους να ρωτήσει ο Κωνσταντίνος, υπερνικώντας το σφυρο- κόπημα της καρδιάς – ήταν τόσο δυνατό, που νόμιζε πως κραύγαζε τον τρόμο που σύρθηκε τώρα πάνω του για τα καλά. «Πολύ φοβάμαι ότι, το πιθανότερο, έχουμε να αντιμετω-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=