Αγιοβασιλέματα

Και συνέχισε πιο αποφασιστικά από πριν… «Είχα ανέβει στο πατάρι πριν λίγες μέρες, Άγιε μου Βασίλη –με βοήθησε δηλαδή ο μπαμπάς ν’ ανέβω, αφού μόνη μου δε φτάνω–, γιατί έψαχνα το κουκλόσπιτο που μου είχε φτιάξει η γιαγιά στα πρώτα μου γενέθλια. Τώρα πια έχω μεγαλώσει, να ξέρεις, αλλά ένα κουκλόσπιτο εί- ναι πάντα ένα κουκλόσπιτο που μπορούν να παίζουν και μεγάλα κορίτσια. Έπειτα ήθελα να χαρεί και η γιαγιά που όλο με ρωτούσε: “Βρε Ερμιόνη μου, εκείνο το ωραίο κουκλόσπιτο που είχαμε φτιάξει δεν το παίζεις πια;”. Όπως ψαχούλευα λοιπόν και λίγο είχα αρχίσει να φοβά- μαι στο σκοτάδι, και ήθελα να το βρω, να τελειώνω και να κατέβω –κι ας μου φώναζε ο μπαμπάς από κάτω “Θες βοήθεια, Ερμιόνη μου, ν’ ανέβω;”– έπεσα πάνω σε μια παλιά βαλίτσα, σαν αυτές που παίρνουμε τα καλοκαίρια στις διακοπές αλλά πιο παλιά· μάλλον από αυτές που έπαιρναν στις διακοπές η γιαγιά και ο παππούς. Τα παλιά πράγματα μου αρέσουν, αρκεί να μυρίζουν ωραία, όπως τα παλιά βιβλία, οι παλιές κολόνιες ή τα παλιά ρούχα. Η παλιά βαλίτσα δε μου μύριζε τίποτα, αλλά μου φάνηκε περίεργη, γιατί είχε μείνει λίγο απέξω ένα μικρό κομμα- τάκι κόκκινο πανί, και την άνοιξα γιατί φαντάστηκα ότι εκεί μέσα θα βρίσκεται κάποιο παλιό κόκκινο φουστάνι!

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=