Άγγελος θανάτου (Pocket)

[ 10 ] Η ενοχή κρεμόταν βαριά κι ανείπωτη ανάμεσά τους. Θα ήταν ευκολότερα τα πράγματα, αν μπορούσαν να την ορίσουν, ν’ απο­ φασίσουν πού ανήκε. Αλλά η ενοχή κινούνταν μπρος πίσω, άλλα­ ζε ένταση και μορφή και έκανε συνεχείς επιδρομές από νέα ορμη­ τήρια. Η Έμπα στράφηκε ξανά προς το σπίτι και συνέχισε το ξύσιμο. Κάτωαπό τα χέρια της το λευκό χρώμα έπεφτε σε μεγάλες φλούδες και άφηνε το ξύλο εκτεθειμένο. Χάιδεψε τις σανίδες με το ελεύθερο χέρι της. Το σπίτι είχε ψυχή μ’ έναν τρόπο που δεν είχε ξαναζήσει. Η μικρή μονοκατοικία στο Γέτεμποργ, μία ανάμεσα στις πολλές ομοει­ δείς στη σειρά, που είχαν αγοράσει αυτή και ο Μόρτεν ήταν τότε σχεδόν καινούργια. Πόσο την είχε λατρέψει τότε, όταν όλα λαμπο­ κοπούσαν, όταν όλα ήταν απείραχτα. Τώρα αυτό το καινούργιο ήταν απλώς μια υπενθύμιση του παλιού, και αυτό εδώ το παλιό σπί­ τι με τα ψεγάδια του ταίριαζε καλύτερα στην ψυχική της κατάστα­ ση. Αναγνώριζε τον εαυτό της στη στέγη του, εκεί απ’ όπου έμπαζε νερά με τη βροχή, στον λέβητα που έπρεπε να τον κλοτσάς πού και πού για να παίρνει μπροστά και στα παραθύρια από τα οποία περ­ νούσε ο αέρας και δεν σε άφηνε να κρατήσεις αναμμένο κερί στα περβάζια τους. Ακόμα και στην ψυχή της περνούσαν οι αέρηδες κι έμπαινε η βροχή, και τα κεριά που πήγαινε ν’ανάψει μέσα της έσβη­ ναν με κάθε αμείλικτο φύσημα του ανέμου. Ίσως η ψυχή να γιατρευόταν εδώ στο νησί Βαλέ. Δεν είχε καθό­ λου αναμνήσεις από εδώ, αλλά πάλι ήταν σαν αυτή και το νησί να γνωρίζονταν μεταξύ τους. Ήταν ακριβώς έξω από τη Φιελμπάκα. Αν κατέβαινε κάτωστην αποβάθρα, μπορούσε να δει τον μικρό πα­ ραθαλάσσιο οικισμό ν’ απλώνεται στην άλλη πλευρά του νερού. Μπροστά από τον απότομο βράχο βρίσκονταν τα μικρά λευκά σπί

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=