Άγγελος θανάτου (Pocket)

[ 18 ] σερα, ενώ ο καπνός πύκνωνε συνεχώς. Άρχισε να βήχει πάλι, ο ένας παροξυσμός βήχα μετά τον άλλο. Τα δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια της και οι σκέψεις της έτρεχαν στον Μόρτεν, αλλά δεν είχε την αντοχή να ανησυχεί τώρα γι’ αυτόν. Ένιωσε ξανά πόσο δελεαστικό ήταν να παραιτηθεί. Να εξαφανι­ στεί, να απαλλαγεί από τη θλίψη που κουρέλιαζε την ψυχή και το σώμα της. Ένιωσε το σκοτάδι να καλύπτει τα μάτια της και ξάπλωσε αργά κάτω, ακούμπησε το κεφάλι της στα μπράτσα και έκλεισε τα μάτια. Παντού γύρω της ήταν όλα ζεστά και απαλά. Το αποκάρωμα είχε επιστρέψει και την καλοδεχόταν. Όχι, δεν ήθελε να της κάνει κα­ κό, ήθελε απλώς να την παραλάβει και να την κάνει ξανά ολόκληρο άνθρωπο. «Έμπα!» Ο Μόρτεν την τραβούσε από το χέρι κι εκείνη αντιστεκόταν. Ήθελε να συνεχίσει τη διαδρομή προς εκείνο τον υπέροχο και γαλή­ νιο τόπου όπου κατευθυνόταν. Αλλά ένιωσε το χτύπημα στο πρό­ σωπο, ένα χαστούκι που έκανε το μάγουλό της να τσούξει, και ανα­ στατωμένη σήκωσε το κορμί της και κοίταξε τον Μόρτεν καταπρό­ σωπο. Το βλέμμα του ήταν ανήσυχο και θυμωμένο ταυτόχρονα. «Την έσβησα τη φωτιά» είπε εκείνος. «Αλλά δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ μέσα». Έκανε μια κίνηση να τη σηκώσει, αλλά εκείνη αντιστάθηκε. Μό­ λις της είχε αφαιρέσει τη μοναδική ευκαιρία για ηρεμία που είχε εδώ και καιρό κι εκείνη γρονθοκοπούσε τώρα, έξαλλη, το στήθος του. Ήταν τόσο υπέροχο που έδινε διέξοδο στον θυμό και στην απογοήτευσή της, και χτυπούσε όσο πιο δυνατά μπορούσε, μέχρι που εκείνος την έπιασε από τους καρπούς. Κρατώντας τη σφιχτά, την έφερε πιο κοντά του. Πίεσε δυνατά το πρόσωπό της πάνω στο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=