Αδέλφια
ΑΔΕΛΦΙΑ 19 Το πρωί περπατούσαμε ο ένας πλάι στον άλλο μέχρι το σχολείο, αλλά το μεσημέρι που σχολούσαμε έφευγα μόνος μου, γιατί εκείνος έμενε πίσω με την παρέα του κι ερχόταν στο σπίτι με καθυστέρηση. Τις φορές που τρώγα- με μαζί, ήταν αδύνατον να τον συναγωνιστώ σε ταχύτητα, κι όταν –σπάνια– υπήρχε στο τραπέζι και κάποιο ή κάτι σαν γλυκό, εκείνος, που αποσπούσε τη μερίδα του λέοντος, προλάβαινε και την αποτελείωνε, ενώ το δικό μου κυρίως πιάτο εξακολουθούσε να είναι μπροστά μου ακόμη σχεδόν γεμάτο. Με αποζημίωνε με τις σοκολάτες που αγαπούσε κι αγόραζε τις Κυριακές μετά τον υποχρεωτικό εκκλησιασμό. Καθ’ οδόν για το καφενείο σταματούσαμε στο ίδιο πάντα κεντρικό περίπτερο της οδού Νικολαΐδου, διάλεγε μια με- γάλη, φανταχτερή και κάθε φορά διαφορετική πλάκα σο- κολάτας και μου έδινε ένα μόνο κομμάτι της, κρατώντας για τον εαυτό του τα υπόλοιπα. Περίμενε και χαιρόταν να με βλέπει να ζητάω παρακαλετά και να μου δίνει το επό- μενο και το μεθεπόμενο κομμάτι. Τις πρώτες Κυριακές παραξενεύτηκα, αλλά από ένα σημείο και μετά συνήθισα στην ιδέα ότι του περίσσευαν αυτά τα λεφτά κι έπαψα ν’ ανησυχώ για τις κυριακάτικες σοκολάτες. Η απουσία του έγινε περισσότερο αισθητή την περίοδο των διακοπών του Πάσχα. Ο χρόνος στο σπίτι, με τη μη- τέρα μου αλλά χωρίς τον Θανάση, έμοιαζε να είναι ατε- λείωτος και γι’ αυτό τη μέρα που μου ζήτησε να τον ακο-
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=