1794: Οι σκοτεινές μέρες της Στοκχόλμης

1 7 9 4 : Ο Ι Σ Κ Ο Τ Ε Ι Ν Ε Σ Μ Ε Ρ Ε Σ Τ Η Σ Σ Τ Ο Κ Χ Ο Λ Μ Η Σ 31 να περίμεναν κάποια ζεστασιά από το εσωτερικό τους. Μόλις βρέθηκα έξω, σταμάτησα λίγο για να αφιερώσω μερικές σκέψεις σε αυτόν εδώ τον τάφο των ζωντανών και μεμιάς φάνηκε σαν να ’γινε όλος ο κόσμος ένα με τη διάθεσή μου. Αισθάνθηκα το φως ν’ αλλάζει, παρόλο που δεν υπήρχε ούτε ένα συννεφάκι στον ουρανό. Κοίταξα με μισόκλειστα μάτια ψηλά. Αυτό που είδα μου προκάλεσε φρίκη, γιατί ήταν σαν κάποιο παράξενο πλάσμα να είχε δαγκώσει και κόψει ένα κομμάτι από τον ίδιο τον ήλιο, αφή- νοντας σημάδια όμοια με αυτά που αφήνουν και τα δικά μου δόντια σε μια φέτα φρεσκοκομμένο ψωμί. Δεν μπόρεσα να κατα- πνίξω μια κραυγή κι ένιωσα τα γόνατά μου να λύνονται. Κειτόμουν για κάμποσο στο χιόνι, τρεμάμενος και κουλουριασμένος, θύμα ενός τρόμου ανείπωτου, πριν να τολμήσω να ξανανοίξω τα μάτια για ν’ ανακαλύψω ότι το φως είχε επιστρέψει. Μια έκλειψη, τί- ποτα περισσότερο, ακριβώς όπως είχε προσπαθήσει, με κόπο περισσό, να μου εμφυτεύσει στο μυαλό ο προγυμναστής μου: ένα πέρασμα της σελήνης ανάμεσα από τον ήλιο και τη γη, διόλου αρκετό για να καλύψει όλο τον ηλιακό δίσκο. Αποκλείεται να κράτησε περισσότερο από μερικά λεπτά. Πήρα βιαστικά τον δρόμο απ’ όπου είχα έρθει, μέχρι που έκλεισα την πόρτα της κάμαρας πίσω μου, ανέβηκα στο μονό κρεβάτι μου και σκεπάστηκα μέχρι πάνω το κεφάλι με την κου- βέρτα. Ήταν μεγάλο λάθος ν’ αφήσω την κάμαρά μου, ένα λάθος που δεν πρόκειται να ξανακάνω, ακόμα κι αν προσπαθήσουν να μου φλομώσουν την κάμαρα με καπνούς από πυρακτωμένα χα- μόκλαδα. Μου ζήτησαν να κάνω υπομονή και να περιμένω για τη σωστή θεραπεία. Μέχρι να γίνει αυτό θα περιμένω την ευκαι- ρία μου και θ’ αποφεύγω την παρέα των ανθρώπων. Ο Τούμας μπορεί να ήταν τρελός, αλλά μου θύμισε επίσης κι εκείνη τη δική

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=