1793: Τότε που βασίλευε η βία
1 7 9 3 : Τ Ο Τ Ε Π Ο Υ Β Α Σ Ι Λ Ε Υ Ε Η Β Ι Α 21 άντρες της Φρουράς με μπλε χλαίνες πάνω από άσπρα παντελό νια, αρματωμένοι με μουσκέτο και ξιφολόγχη. Το περπάτημά τους δείχνει ότι τα έχουν τσούξει και οι δύο, ποινικώς κολάσιμο αδίκημα, βεβαίως, αλλά πολύ σύνηθες. Γνωρίζει τον έναν από αυτούς, ξέρει και τ’ όνομά του. Είναι πολλοί αυτοί που μοιράζο νται την αγάπη και το συνήθειο των χαμηλόμισθων εκπροσώπων του νόμου να πνίγουν τις στενοχώριες τους στο ποτό, ενώ είναι λίγα τα καπηλειά. «Για δες, για δες, ο Μίκελ Καρντέλ έχει βγει για κολύμπι στον απόπατο της πόλης. Ψάχνεις μήπως τίποτα πολύτιμο που έτυχε να καταπιείς πριν από κάνα μερόνυχτο και δεν το πρόλαβες στο γιογιό; Ήμήπως είχες καμιά αναφορά για καμιά αδέσποτη που τάνα που τράβηξε προς τη λίμνη;» «Σούλμπεργ, κάνε μου τη χάρη και βούλωσέ το. Μπορεί εγώ να ζέχνω σκατά, αλλά εσύ και ο φίλος σου βρομάτε ρακί και φτηνό αλκοόλ. Άντε, πήγαινε κάτω στην όχθη και κάνε καμιά γαργάρα πριν να ’ρθει η ώρα να ξυπνήσεις τον υπαξιωματικό υπηρεσίας». Ο Καρντέλ σηκώνεται και τεντώνει την πιασμένη πλάτη του. Δείχνει το πτώμα δίπλα του. «Εκεί δες». Ο Κάλε Σούλμπεργ πισωπατάει αμέσως μόλις πλησιάζει το πτώμα. «Ω, που να πάρει ο διάολος». «Ναι, ακριβώς. Νομίζω πως το καλύτερο που έχετε να κάνε τε είναι να μείνει ο ένας εδώ και ο άλλος να πάει τρέχοντας στο Σλοτσμπάκεν, τον Λόφο του Παλατιού, και να φέρει δώθε έναν αξιωματικό υπηρεσίας από την Πολιταρχία». 5 Ο Καρντέλ κάνει τη ζακέτα του και το ξύλινο χέρι έναν μπό
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=