Το χαμένο κορίτσι

16 «Όχι, δεν πρέπει» είπα. Η αίσθηση του δέρματός του έκανε το στομάχι μου να σφίγγεται. «Άφησέ με. Φύγε. Το εννοώ. Δεν ενδιαφέρομαι…» Ένας τρομαχτικός βρυχηθμός ξέφυγε από τον λαιμό του. Το χλωμό πρόσωπό του έγινε κόκκινο, τα χείλη του τρα­ βήχτηκαν πίσω, σαν άγριο ζώο που γύμνωνε τα δόντια του. «Δε θα φύγω!» ούρλιαξε μέσα από τα σφιγμένα δόντια του. Με έσπρωξε απότομα. Παραπάτησα. Με άδραξε από τα μπράτσα και με τράνταξε μπροστά. «Άαρον…» Η ανάσα μου κόπηκε. «Όχι!» Με τράβηξε στη σκιά του μικρού πάρκου ανάμεσα στα δύο κτίρια. Στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά ένα άδειο οικόπεδο καλυμμένο από χιόνι, με δύο ψηλά δέντρα κοντά στον δρόμο. Το χιόνι είχε γίνει πάγος σε αυτό το σημείο και τα πα­ πούτσια μου γλίστρησαν καθώς με τραβούσε πίσω από ένα δέντρο με φαρδύ κορμό. Ανάσαινε βαριά, ασθμαίνο­ ντας, η ανάσα του άχνιζε μπροστά στα γαλάζια μάτια που πετούσαν φωτιές. Το πρόσωπό του ήταν τρελό, εκτός ελέγχου. «Πρέπει να μου δώσεις μια ευκαιρία. Πρέπει» μουρ­ μούρισε με την καυτή του ανάσα στο αυτί μου. Ύστερα κόλλησε το πρόσωπό του στο δικό μου. Τα χείλη του σύρ­ θηκαν, ώσπου βρήκαν τα δικά μου. Τα πίεσε δυνατά κι ένιωσα τα δόντια του. Έκανα το κεφάλι πίσω, με κρατούσε όμως σφιχτά και έσπρωξε το στόμα του στα χείλη μου, αναγκάζοντάς με να τον φιλήσω. Κι ύστερα μου έδωσε μια δυνατή σπρωξιά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=