Το νησί των θησαυρών

19 να πίνετε ρούμι, σύντομα ο κόσμος θα απαλλαγεί από ένα απαίσιο απόβρασμα!». Η μανία του γέρου ήταν φοβερή. Πετάχτηκε όρ- θιος και τράβηξε ένα ναυτικό μαχαίρι και αφού το ζύγιασε καλά στην παλάμη του χεριού του, απείλη- σε να καρφώσει τον γιατρό στον τοίχο. Ούτε που κουνήθηκε ο γιατρός. Του μίλησε όπως και πριν, με τον ίδιο τόνο φωνής, κάπως ανεβασμέ- νο, για να ακούει όλο το δωμάτιο, αλλά τελείως ήρε- μα και σταθερά: «Εάν δε βάλεις αυτή τη στιγμή το μαχαίρι στην τσέπη, στον λόγο της τιμής μου, στο επόμενο δικαστήριο θα σε κρεμάσουν». Ακολούθησε μια μάχη βλέμμα με βλέμμα ανάμεσά τους. Ο καπετάνιος όμως σύντομα υποχώρησε, έκρυψε το όπλο του και ξανάκατσε στη θέση του μουρμουρίζοντας σαν δαρμένο σκυλί. «Και τώρα, κύριε» συνέχισε ο γιατρός «αφού γνω- ρίζω πως υπάρχει ένας τέτοιος τύπος στην περιοχή μου, να είστε σίγουρος πως θα σας έχω στον νου μου νύχτα μέρα. Δεν είμαι μόνο γιατρός · είμαι και δικα- στής · κι αν ακούσω έστω και ψίθυρο παραπόνου για εσάς, έστω και για ίχνος απρέπειας, όπως η αποψι- νή, θα λάβω αυστηρά μέτρα για τη δίωξη και απο- μάκρυνσή σας από εδώ. Ως εδώ». Λίγο μετά κατέφτασε το άλογο του γιατρού Λίβσι και έφυγε, ο καπετάνιος όμως έμεινε αμίλητος εκεί- νη τη βραδιά – και για πολλές βραδιές ακόμα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=