Το γεράκι της Μάλτας

10 ρό παιδικό της πρόσωπο. Έκλεισε την πόρτα, έγειρε πάνω της και είπε: «Μια κοπέλα θέλει να σε δει. Oνο- μάζεται Oυόντερλι». «Πελάτισσα;» «Φαντάζομαι. Έτσι κι αλλιώς, θα θες να περάσει. Είναι παίδαρος». «Πες της να κοπιάσει, γλύκα, πες της να κοπιάσει». Η Έφι Πέριν άνοιξε πάλι την πόρτα προς το εξωτε- ρικό γραφείο και, με το χέρι στην πετούγια, είπε: «Πε- ράστε, μις Oυόντερλι». «Ευχαριστώ» ακούστηκε μια φωνή τόσο σιγανή, που μόνο η τέλεια άρθρωσή της την έκανε ευκρινή, και μια νεαρή γυναίκα προχώρησε μέσα. Περπάτησε αργά, με προσεκτικά βήματα, κοιτάζοντας τον Σπέιντ με μά- τια μπλε, στην απόχρωση του κοβαλτίου, και βλέμμα δειλό και διερευνητικό ταυτόχρονα. Ήταν ψηλή και αδύνατη, χωρίς την παραμικρή πα- ραφωνία πάνω της. Το σώμα της ήταν ίσιο, με στητό στήθος, μακριές γάμπες, τα χέρια και τα πόδια της λεπτά. Φορούσε δυο αποχρώσεις του μπλε, ταιριαστές με τα μάτια της. Τα μαλλιά της, που εξείχαν σε μπού- κλες μέσα από το μπλε καπέλο της, ήταν πυρρόξανθα και τα πλούσια χείλη της πιο κόκκινα. Τα δόντια της πρόβαλλαν λευκά μέσα από το συνεσταλμένο χαμόγε- λό της. O Σπέιντ σηκώθηκε, υποκλίθηκε και της έδειξε με

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=