Η στενή πύλη

σκέπασμα, που κρεμόταν από την αλυσίδα του ρολογιού της μαζί με διάφορα άλλα αντικείμενα. Κοιταζόταν, έβαζε το δά- χτυλο στα χείλη, έπαιρνε λίγο σάλιο και μούσκευε τις άκρες των ματιών της. Συχνά κρατούσε κάποιο βιβλίο, ένα βιβλίο όμως σχεδόν πάντοτε κλειστό. Στο εσωτερικό του, ένας σελι- δοδείκτης από ταρταρούγα ήταν πιασμένος ανάμεσα στα φύλ- λα. Όταν την πλησίαζες, δεν έβγαινε από την ονειροπόλησή της για να γυρίσει να σε κοιτάξει. Συχνά, απ’ το χέρι της, από το μπράτσο του καναπέ, από μια πιέτα της φούστας της, της έπεφτε από αμέλεια ή από κούραση το μαντίλι, το βιβλίο, κά- ποιο λουλούδι ή ο σελιδοδείκτης. Μια μέρα, μαζεύοντας απο- κάτω το βιβλίο –εδώ σας παραθέτω μια παιδική μου ανάμνηση–, μόλις είδα πως επρόκειτο για στίχους, έγινα κατακόκκινος. Το βράδυ, μετά το δείπνο, η Λυσίλ Μπυκολέν δεν πλη- σίαζε το οικογενειακό τραπέζι αλλά, καθισμένη στο πιάνο, έπαιζε αυτάρεσκα αργές μαζούρκες του Σοπέν. Καμιά φορά, αψηφώντας το μέτρο, έμενε ακινητοποιημένη σε κάποια συγχορδία… Ένιωθα μια παράξενη δυσφορία όταν βρισκόμουν με τη θεία μου, ένα αίσθημα θαυμασμού, τρόμου και αναστάτωσης. Ίσως κάποιο σκοτεινό ένστικτο με προειδοποιούσε να φυλά- γομαι απ’ αυτή. Επιπλέον, ένιωθα ότι περιφρονούσε τη Φλώ- ρα Άσμπερτον και τη μητέρα μου, ότι η μις Άσμπερτον τη φοβόταν και ότι η μητέρα μου δεν την αγαπούσε. Λυσίλ Μπυκολέν, θα ήθελα να μην σας κρατάω πια κακία, να ξεχάσω για μια στιγμή ότι προξενήσατε τόσο κακό… θα προσπαθήσω τουλάχιστον να μιλήσω για σας χωρίς θυμό. [ 16 ]

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=