Στα ίχνη του κεραυνού

7 ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1 Α χάραγα ακόμη, την ημέρα των ενδέκατων γενεθλίων μου, στεκόμουν στο λιμάνι φορώντας παράταιρα παπούτσια και κρατώντας έναν αστακό. Δεν είναι και ο καλύτερος τρόπος να ξεκινάνε τα γενέθλιά σου. Αν ήταν εδώ η μαμά, θα φορούσαμε ακόμη πιτζάμες και θα τρώ- γαμε πάνκεϊκς. Ή αν ζούσα οπουδήποτε αλλού στον κό- σμο εκτός από το νησί Νταρκ Μούιρ, θα ήμουν ακόμη στο κρεβατάκι μου, να κοιμάμαι του καλού καιρού. Αντί- θετα, στεκόμουν κάτω από τον έναστρο ουρανό και άδεια- ζα την ψαρόβαρκα του πατέρα μου. «Μα γιατί πρέπει να βγούμε με τη βάρκα;» ρώτησα τον μπαμπά καθώς ανεβαίναμε στο κατάστρωμα. Μύριζε κου- βάδες για αστακό που είχαν μείνει στον ήλιο. Και δεν είναι και η ωραιότερη μυρωδιά του κόσμου, ειδικά πρωί πρωί. «Γιατί είναι παράδοση, Αμέλια. Όλοι οι νησιώτες πρέ- πει να πάνε να αγγίξουν τον βράχο όταν κλείνουν τα έντε- κα. Κι εγώ το έκανα και ο παππούς σου το έκανε και ο

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=