Σκοτεινός λαβύρινθος

Σ Κ Ο Τ Ε Ι Ν Ο Σ Λ Α Β Υ Ρ Ι Ν Θ Ο Σ 11 από τις κουβέντες τους μέχρι το σημείο όπου στήνουν καρτέρι οι δυο άντρες. Οι επόμενες ώρες αργοσέρνονται βαριεστημένα. Οι δυο άντρες συνεχίζουν την παρακολούθηση μέχρι τα μεσάνυχτα. Τα δυο ζευγάρια σηκώνονται. Μαζεύουν το τραπέζι. Σβήνουν τα φώτα. Εξαφανίζονται στο εσωτερικό του σπιτιού. Οι δυο άντρες γυρίζουν στο αυτοκίνητο. Ο ψηλός ανάβει τσιγάρο. Ανοίγει ένα μεγάλο θερμός. Γεμίζει δυο πλαστικά ποτήρια με ζεστό καφέ. Πασάρει το ένα στον γιγαντόσωμο σύντροφό του. «Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να περιμένουμε. Μπουκά­ ρουμε τώρα...» «Περιμένουμε γιατί έτσι λέω εγώ» τον διακόπτει απότομα. «Δεν ξέρω τι θα αντιμετωπίσουμε νυχτιάτικα στο σπίτι». Το θηρίο κατεβάζει το κεφάλι. Τον κοιτάζει. Του φαίνεται λίγο πιο γεμάτος από τη μοναδική τους συνάντηση στη μισο­ σκότεινη παμπ. Θα φταίει η καμπαρντίνα, σκέφτεται. Κατεβά­ ζει μια γερή γουλιά καφέ. Τραβάει την τελευταία τζούρα. Πε­ τάει το τσιγάρο έξω. Ο ψηλός τού γραπώνει το μπράτσο. «Πόσο μαλάκας είσαι τελικά;» Το απορημένο βλέμμα του θυμίζει μικρό παιδί. «Βγες έξω και μάζεψε το τσιγάρο. Δεν αφήνουμε κανένα στοιχείο, ηλίθιε...» μουρμουρίζει ο ψηλός μέσα από τα δόντια του. Ο παλαιστής υπακούει πειθήνια. Ανοίγει την πόρτα. Ψαρεύει τη γόπα. Ξαναμπαίνει στο μαύρο Golf. Την αποθηκεύει στη νάιλον σακούλα που του δείχνει ο ψηλός. Περνούν όλη τη νύχτα στο αυτοκίνητο. Κάθε τόσο, ο ψηλός βγαίνει και παρακολουθεί επίμονα το σπίτι με τα κιάλια νυχτός. Απόλυτο σκοτάδι. Καμία κίνηση. Όλα φαίνονται ήρεμα. Κι οι δύο άντρες δείχνουν ήρεμοι. Και υπομονετικοί. Ο ήλιος ξεμυτίζει πίσω από τον σκοτεινό όγκο των βουνών, στο βάθος του ορίζοντα. Ένα ψυχρό αεράκι κατεβαίνει από τον

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=