Οι καλλιτέχνες (Οι μεγάλοι... μικροί)

«Τα γάντια αυτά, αγόρι μου, σ’ τα ’φερε δώρο ο πα- τέρας σου τη μέρα που γεννήθηκες. Άγγιξέ τα. Βλέπεις τι όμορφα, τι απαλά που είναι; Έτσι θα πρέπει να είναι και τα δικά σου χέρια: καθαρά και απαλά. Όταν θα μεγαλώσεις, όταν τα χέρια σου μεγαλώσουν αρκετά και χωράνε μέσα σ’ αυτά τα γάντια, θα τα φορέσεις και θα φύγεις από το χωριό κι απ’ το νησί και θα πας απέναντι». «Γιατί;» «Επειδή στο δικό μας χωριό δε θα μπορείς να βρεις τη μοίρα σου». «Γιατί όχι;» «Επειδή το δικό μας χωριό δεν έχει τίποτα για σένα. Τίποτα εκτός από χώμα και πέτρες». «Κι εκεί απέναντι… τι θα κάνω;» «Μια όμορφη και καθαρή δουλειά. Που θα μπορείς να φοράς περήφανος τα γάντια σου σε χέρια καθαρά». «Τι δουλειά;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=