Νάνοι, μάγισσες και ξωτικά

– Μπρος, τεμπέλικα, σηκωθείτε. Πρέπει να πάμε για ξύλα στο δάσος, φώναξε, και μετά τους έδωσε από ένα κομμάτι ψωμί. Να, πάρτε και λίγο ψωμάκι. Μην το φάτε μεμιάς, γιατί δεν έχει άλλο. Καθώς προχωρούσαν, ο Χάνσελ κοντοστεκόταν και γύριζε το βλέμμα του πίσω, αφήνοντας κάθε τόσο κρυφά έναπετραδάκι να πέσει από την τσέπη του. – Κάνε γρήγορα, Χάνσελ! τον μάλωσε ο ξυλοκόπος. Τι κάθεσαι και χαζεύεις όλη την ώρα; – Αχ, πατέρα! είπε ο Χάνσελ. Πάνω στη στέγη του σπιτιού μας κάθεται τοάσπρομας γατάκι. Όλομε κοιτάζει και είναι σαν ναμου λέει αντίο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=