Μια χριστουγεννιάτικη ευχή
10 «Ένα πεφταστέρι» ψιθύρισε. Έκλεισε τα μάτια του και έσφιξε τις γροθιές του, μάζεψε τα δάχτυλα των πο διών του και δάγκωσε τη γλώσσα του. Ο πατέρας του έλεγε πάντα πως, όταν κάνεις μια ευχή, πρέπει να την κάνεις με όλη σου την καρδιά. ΟΘίο σκέφτηκε την καρ διά του, που χτυπούσε δυνατά κάτω από τα τέσσερα πουλόβερ που φορούσε. (Το σπίτι ήταν κρύο, επειδή ο Θίο δεν έφτανε το κουμπί για ν’ ανάψει τη θέρμανση.) Έκανε μια ευχή με όλη του την καρδιά. Θέλω να μην είμαι μόνος , σκέφτηκε. Και είπε δυνατά: «Μακάρι να είχα μια παρέα. Θέλω να είμαι μη μόνος», ελπίζοντας ότι τα πεφταστέρια δεν ενδιαφέρονταν για τη γραμμα τική και το συντακτικό. H ευχή του είχε τόση ένταση, που το κεφάλι του άρ χισε να γυρίζει, κι ένιωσε τσιμπήματα και μυρμηγκιά σματα στο δέρμα του. Ξαφνικά, το δέντρο πίσω του θρόισε. Ο Θίο γύρισε απότομα. Το μολυβένιο στρατιωτάκι είχε ξεκρεμάσει το κορ δόνι που το κρατούσε κρεμασμένο κι είχε αρχίσει να
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=