Ματωμένη έρημος

9 1 Τ ο τηλέφωνο χτύπησε λίγο μετά τις δύο. Καθόταν στο γραφείο του στο αστυνομικό τμήμα κι έτρω- γε φίτκουκ * με κιμά. Συνοδευμένα, ως συνήθως, με μια κούπα δυνατό καφέ. Τρεις κουταλιές ζάχαρη. Είχε σχεδόν τελειώσει όταν έγινε το τηλεφώνημα. Ένας αστυφύλακας εν υπηρεσία στο γραφείο καταγγελιών: «Έχουμε μια δολοφονία» είπε με κομμένη την ανάσα «δύο νε- κροί. Δολοφονία σε φάρμα. Γυναίκα και παιδί. Λευκοί. Στη φάρ- μα Χεϊλβάτερ, στο τεσσαρακοστό περίπου χιλιόμετρο του δρό- μου για το Άπινγκτον». Και μετά: «Αυτός που τηλεφώνησε είναι ακόμη στη γραμμή. Θα ήθελε ο επιθεωρητής να του μιλήσει;». Ο επιθεωρητής Αλμπέρτους Μάρκους Μπίσλααρ έβαλε τα φίτκουκ στην άκρη. Μια αντρική φωνή, τρεμάμενη και βραχνή: «Άργησα πολύ» ψέλλισε «ένας τρελός... ένας διάβολος...». Η φωνή έσπασε. «Σαν ζώα. Και τους δύο, τους έσφαξε έτσι απλά. Αίμα. Στα πάντα. Παντού». Είπε ότι στεκόταν μέσα σε αυτό. Έπειτα ξέσπασε σε κλά- ματα, κομπιάζοντας επαναλάμβανε ότι είχε αργήσει πολύ. Χρειάστηκε λίγος κόπος μέχρι να τον καταφέρουν να τους πει ένα όνομα. «Μπουτ Πρετόριους» απάντησε τελικά. «Από τη διπλανή φάρμα». * Vetkoek (αφρικάανς): Παραδοσιακό φαγητό της Νότιας Αφρικής. Τηγα- νισμένη ζύμη που έπειτα γεμίζεται με κιμά ή λαχανικά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=