Οι μπότες του μαραμπού (Μια υπόθεση για τον ντετέκτιβ Κλουζ)

13 τρία χιλιόμετρα ως το νοσοκομείο και να πάρω το κλειδί της μαμάς. Αλλά ένιωθα τα πόδια μου κυριολεκτικά κομμένα από την κούραση και την εξάντληση. Ούτε ήθελα να περιμένω να γυρίσει κάποιος από τους γείτονες. Γιατί αν αργούσαν θα πέθαινα, θα έσβηνα από την πείνα. Σύρ- θηκα, λοιπόν, με τις τελευταίες μου δυνά- μεις ως το περίπτερο της πιο παλιάς και καλής μου φίλης, της Όλγας. –Άρρωστος είσαι, Κλουζ; με ρώτη- σε ανήσυχη. Τι χάλια είναι αυτά που έχεις; –Δεν είμαι άρρωστος, πεινασμένος εί- μαι, βόγκηξα. Και έχω ξεχάσει το κλει- δί μου! Και η μαμά μου λείπει στη δου- λειά! Η Όλγα σηκώθηκε αμέσως και μου άνοιξε την πίσω πόρτα του περιπτέρου.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=