Ο ιεροκήρυκας

[ 19 ] Τώρα που η γριά θα την έβλεπε να γυρίζει χαράματα στο σπίτι θα της έκανε μούτρα. Βέβαια, τα χνότα της έζεχναν αλ- κοόλ, και ήταν σίγουρη ότι αυτό το μεθύσι θα το πλήρωνε αργότερα, αλλά άξιζε τον κόπο. Τόσο καλά είχε να περάσει από τότε που γεννήθηκε εκείνο το βρομόπαιδο. Πέρασε με ταχύτητα τη διασταύρωση στο βενζινάδικο και συνέχισε ευθεία. Κατόπιν έστριψε αριστερά προς το Μπρέκε, αλλά έχασε την ισορροπία της και παραλίγο να πέ- σει στο χαντάκι. Ευθυγράμμισε ξανά τις ρόδες του ποδηλά- του και άρχισε να κάνει πεντάλ πιο δυνατά για να έχει λίγη φόρα καθώς θα έφτανε στην απότομη ανηφόρα. Τα μαλλιά της ανέμιζαν, ενώ η φωτεινή καλοκαιρινή νύχτα ήταν απο- λύτως γαλήνια. Έκλεισε για μια στιγμή τα μάτια και σκέφτη- κε εκείνη την επίσης φωτεινή νύχτα που την είχε αφήσει έγκυο ο Γερμανός. Ήταν μια υπέροχη νύχτα, μια νύχτα απα- γορευμένη… Δεν άξιζε όμως το τίμημα που αναγκάστηκε τελικά να πληρώσει. Άνοιξε ξαφνικά τα μάτια της, καθώς το ποδήλατο χτύπη- σε πάνω σε κάτι. Το τελευταίο πράγμα που θυμόταν ήταν το έδαφος που ερχόταν καταπάνω της με μεγάλη ταχύτητα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=