Ο ιεροκήρυκας

27 Ο Ι Ε Ρ Ο Κ Η Ρ Υ Κ Α Σ 2 είχε γίνει και δεν μπορούσε να ξεγίνει, μια που τόσο η ίδια όσο και ο Πάτρικ λαχταρούσαν την άφιξη αυτού του παιδιού με όλο τους το «είναι». Ας ήλπιζαν απλώς ότι η λαχτάρα τους θα κρατούσε αρκετά ώστε να τους βγάλει αλώβητους από αυτή την ανατρεπτική αλλαγή. Η Ερίκα τινάχτηκε όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Σηκώθηκε με φοβερή δυσκολία από τον καναπέ, ελπίζοντας ότι όποιος τηλεφωνούσε θα είχε αρκετή υπομονή μέχρι να προλάβει να απαντήσει. «Ναι, εμπρός;… Α, γεια σου, Κόνι… Ναι, καλά, ευχαριστώ, κάνει ίσως υπερβολική ζέστη για τις χοντρές σαν κι εμένα… Να μας επισκεφθείτε; Μα… Βέβαια… Να περάσετε για έναν καφέ… Να μείνετε εδώ τη νύχτα; Εεε, ναι…» Η Ερίκα αναστέ- ναξε βαριά μέσα της. «Ναι, βέβαια. Πότε θα έρθετε;… Απόψε! Ναι, όχι, όχι, κανένα πρόβλημα, φυσικά. Θα σας στρώσω στον ξενώνα». Απίθωσε κουρασμένα το ακουστικό στη θέση του. Ήταν με- γάλο μειονέκτημα να έχεις σπίτι στη Φιελμπάκα το καλοκαίρι. Σου παρουσιάζονταν απρόσμενα όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι, άτομα που δεν έδιναν κανένα σημείο ζωής κατά τη διάρκεια των δέκα ψυχρότερων μηνών του χρόνου. Τον Νοέμβριο δεν ενδιαφερόταν κανείς για τέτοιου είδους κοινωνικές επισκέψεις, αλλά τον Ιούλιο δεν έχαναν την ευκαιρία να μείνουν τζάμπα δί- πλα στη θάλασσα. Η Ερίκα είχε πιστέψει ότι αυτό το καλοκαί- ρι θα γλίτωναν, μια που ο μισός Ιούλιος είχε περάσει δίχως να τηλεφωνήσει κανείς. Αλλά τώρα είχε τηλεφωνήσει ο ξάδερφός της, ο Κόνι, και ήδη βρισκόταν καθ’ οδόν από την Τρολχέταν προς τη Φιελμπάκα με τη γυναίκα του και τα δύο τους παιδιά. Μια νύχτα ήταν μόνο, σίγουρα θα τα έβγαζε πέρα. Για να ήταν ειλικρινής, δεν χώνευε ιδιαίτερα κανένα από τα δύο ξαδέρφια της, αλλά η ανατροφή της δεν της επέτρεπε να τους αρνηθεί τη φιλοξενία, έστω κι αν αυτό ακριβώς έπρεπε να κάνει τέτοιοι τρακαδόροι που ήταν κατά τη γνώμη της.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=