Η ανθρώπινη μοίρα

| 15 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ 21 ΜΑΡΤΙΟΥ 1927 Μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα Ά ραγε ο Τσεν θα σήκωνε την κουνουπιέρα; Ή θα χτυπούσε μέσα απ’ αυτήν; Η αγωνία τού έσφιγγε το στομάχι · ήταν σίγου- ρος για τον εαυτό του, όμως, τούτη τη στιγμή, μες στη χαύνω- ση, δεν σκεφτόταν το παραμικρό, σαγηνεμένος από κείνη την πλούσια λευκή μεταξένια γάζα που έπεφτε απ’ το ταβάνι πάνω σ’ ένα σώμα λιγότερο ορατό κι από σκιά, απ’ το οποίο ξεπρό- βαλλε μόνο ένα πόδι μισογερμένο απ’ τον ύπνο, ζωντανό παρ’ όλα αυτά – σάρκα ανθρώπινη. Το μοναδικό φως ερχόταν από το διπλανό κτίριο: ένα μεγάλο ορθογώνιο από ωχρό ηλεκτρι- κό φως, που το έκοβαν τα κάγκελα του παραθύρου, ένα μά- λιστα χάραζε το κρεβάτι ακριβώς κάτω απ’ το πόδι, θαρρείς και ήθελε να τονίσει τον όγκο και τη ζωντάνια του. Τέσσερις πέντε κόρνες τσίριξαν όλες μαζί. Τον τσάκωσαν; Να πολεμάει, να πολεμάει εχθρούς που υπερασπίζονται τον εαυτό τους, εχθρούς που δεν κοιμούνται ποτέ, αυτό ήθελε! Το κύμα του πανδαιμόνιου κόπασε: κάποιο μποτιλιάρισμα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=