Αυτή η γλυκιά αρρώστια

[ 14 ] βέντα, κάτι έλεγε για του Άντι όπου ερχόταν στα διαλείµµατα της δουλειάς της για καφέ, αφού η ξυλαποθήκη ήταν εκεί κοντά. Συνέ­ χισε να φλυαρεί, και ο Nτέιβιντ έκανε πως την άκουγε· τον ρώτησε τι είδους εµπειρογνώµονας ήταν στην ΥφαντουργίαΤσέσγουικ, και της απάντησε πως διάφοροι ανταγωνιστές έρχονταν στο εργοστά­ σιο µε σκοπό να κατασκοπεύσουν και ν’ ανακαλύψουν, για παρά­ δειγµα, τη φόρµουλα του υγρού διαλύµατος που χρησιµοποιού­ σαν στην Τσέσγουικ για να βάφουν τα νάιλον. «Πλάκα µου κάνετε! Η κυρία ΜακΚάρτνεϊ είπε πως διευθύνετε την Τσέσγουικ και πως οι άλλοι έρχονται σ’ εσάς αντί να πηγαίνετε εσείς σ’ αυτούς, επειδή η εταιρεία σας δεν µπορεί να σας στερηθεί ούτε λεπτό» συνέχισε απτόητο το κορίτσι, και η φωνή της καµπάνι­ ζε στον κοιµισµένο δρόµο. «∆εν ξέρω από πού το συµπέρανε αυτό. Την εταιρεία τη διευθύ­ νει κάποιος Λιούισον. Εγώ είµαι ένας απλός χηµικός, επικεφαλής των µηχανικών». «Μια και µιλάµε για χηµεία, στοίχηµα πως αποκτήσατε ένα ολο­ καίνουργιο χηµικό στοιχείο στο πάνω µπάνιο της κυρίας ΜακΚάρ­ τνεϊ» γέλασε εκείνη. «Το προσέξατε εκείνο το πορτοκαλί κατακάθι στην µπανιέρα, κάτω από τη βρύση;» O Nτέιβιντ, που γνώριζε τα πάντα για τα πορτοκαλιά ιζήµατα, γέλασε κι αυτός µε τη σειρά του και, καθώς περνούσαν κάτω από µια λάµπα του δρόµου, έριξε µια µατιά στο κορίτσι. Ήταν γύρω στα είκοσι τέσσερα και κοντά στο ένα κι εβδοµήντα, όχι όµορφη αλλά δεν της έλειπε εντελώς η γοητεία. Τα ανοιχτοκάστανα µάτια της τον κοιτούσαν µε ντοµπροσύνη και αφελή σκανδαλιά. «Φτάσαµε. Εδώ δεν είµαστε;» ρώτησε δείχνοντας το µουντό σπίτι πλάι στ’ άλλα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=