Γατοκουβέντες

Το είπανε από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο: έρχεται μεγάλος Καύσωνας. Να μην αφήσετε πίσω –όσοι φύγετε για εξοχές– ηλικιωμένους και ζώα. Κάθισα πάνω στην ουρά μου –γιατί έτσι κάνω πάντα άμα θέλω να σκεφτώ– κι εκεί που αναρωτιόμουν αν εγώ είμαι ζώον ή ηλικιωμένος, άκουσα από τη διπλανή βεράντα την κυρία που φώναζε στο παιδί της: – Βρε ζώον, πάλι πείραξες το βίντεο; Αφού λοιπόν το διπλανό παιδί που είναι άνθρωπος –αυτό το ξέρω, όλα τα παιδιά είναι άνθρωποι– το φωνάζουν ζώον, τότε θα πρέπει εγώ να είμαι ηλικιωμένος. Το ζώον σίγουρα είναι η γιαγιά. Γιατί εμάς τους δύο θα αφήνανε τον Αύγουστο στην Αθήνα. Το κουβεντιάζανε χτες το βράδυ η Κατερίνα και ο Ηλίας όταν πέσαμε να κοιμηθούμε. Εκείνοι ξάπλωσαν στα κρεβάτια τους κι εγώ κουλουριάστηκα στα πό- δια της Κατερίνας, που μ’ έσπρωξε με την πατούσα της. – Κάνε πιο πέρα, Μήτσο, έσκασα από τη ζέστη. Αμ εγώ δεν έσκασα με τέτοιο γουναρικό; Η Κατερίνα φοράει ένα κο- ντό ξεμανίκωτο νυχτικάκι και παραπονιέται κιόλας. Α, ξέχασα να σας πω πως με λένε Μήτσο. Με έβγαλε έτσι ο Κου-Μπου, γιατί, λέει, του θυμίζω τον θείο του τον Μήτσο μ’ αυτές τις μουστάκες που έχω. Η γιαγιά στραβομουτσούνιασε όταν τ’ άκουσε. – Δεν είναι όνομα αυτό για γάτο! Με φωνάζει λοιπόν Μίσα, που φαίνεται φέρνει πιο προς το γατίσιο. 8

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=