Φανταστικός φίλος

15 Ε κείνο το βράδυ η Αμάντα Ανακατωσουριάν άνοιξε την ντουλάπα της και κρέμασε το αδιάβροχό της σε ένα αγόρι. Έκλεισε την πόρτα και έκατσε στο κρεβάτι της. Δεν είχε βγάλει τα παπούτσια της πριν ανέβει τρέχοντας τις σκάλες, και τα πόδια της ήταν βρεγμένα. Όχι μόνο τα πόδια της όμως. Οι κάλτσες και τα παπούτσια της ήταν μού- σκεμα επίσης. Τα παπούτσια και τα κορδόνια της. Οι κόμποι ήταν κρύοι και υγροί και σκληροί και αρνού- νταν να λυθούν. Τους παίδευε με τα δάχτυλά της, αλλά το μόνο που κατάφερνε ήταν να την πονέσουν τα νύχια της. Ένιωθε ότι πρώτα θα της έπεφταν τα νύχια και μετά θα χα- λάρωναν οι κόμποι. Αν τα κορδόνια της δε λύνονταν ποτέ, σκέφτηκε, δε θα έβγαζε ποτέ τα παπούτσια της. Έτσι θα περνούσε όλη της τη ζωή με βρεγμένα πόδια. Άσε που θα φορούσε τα ίδια παπού- τσια για πάντα. Η Αμάντα ήταν από τα κορίτσια (όπως μετά χαράς θα σου έλεγε και η ίδια) που τους άρεσε να φοράνε ΕΝΑ

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=