Η εκδίκηση

1 Τ ο κύμα τραβούσε τη βάρκα πότε εμπρός, πότε πίσω, χωρίς σταθερό ρυθμό, ενώ η πλώρη σκαμπανέβαζε από άλλες, πιο απότομες κινήσεις, που έκαναν το σκαρί να γέρνει μια αποδώ και μια αποκεί. Ο καπετάνιος προσπαθούσε να δέσει το μικρό πλεούμενο σε έναν στενό ατσαλένιο στύλο, αλλά η ανεμοδαρμένη πλωτή αποβάθρα υποχωρούσε συνεχώς σαν να τον περιγελούσε. Αυτός επαναλάμβανε υπομονετικά την ίδια κίνηση ξανά και ξανά, ρίχνοντας τον χοντρό ξεφτισμένο κάβο προς την κατεύθυνση του στύλου, αλλά κάθε φορά που η τρα- χιά θηλιά φαινόταν έτοιμη να πέσει στον προορισμό της, το σκοινί τραβιόταν απότομα πίσω. Ήταν σάμπως η θάλασσα να έπαιζε μαζί τους θέλοντας να τους δείξει ποιος είχε το πάνω χέρι. Με τα πολλά, ο καπετάνιος τα κατάφερε να δέσει τη βάρκα, χωρίς να γίνει σαφές αν τα κύματα βαρέθηκαν να τους περιπαίζουν ή αν τα νίκησαν η υπομονή και η πείρα του γερο- ναυτικού. Στράφηκε προς τους τρεις επιβάτες του και τους ανακοίνωσε, με πολύ σοβαρό ύφος: «Είμαστε εντάξει, αλλά προσέξτε πώς θα κατεβείτε». Ύστερα έδειξε με το πιγούνι του τις κούτες, τα σακίδια και όλα τα άλλα συμπράγκαλα που είχαν μαζί τους. «Θα σας δώσω ένα χεράκι να τα κατεβάσου- με από τη βάρκα, αλλά δεν γίνεται να σας βοηθήσω να τα κουβαλήσετε ως το σπίτι, δυστυχώς». Μισοκλείνοντας τα μά- τια του κοίταξε προς την ανοιχτή θάλασσα. «Απ’ ό,τι βλέπω, καλά θα κάνω να ξεκινήσω το συντομότερο. Θα έχετε χρόνο να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=