Βραδιές Μπαλέτου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ 1 Με όποιο μέτρο και να το μετρούσες, ο άνθρωπος ήταν άσχημος. Άσχημος λίγο ήταν: ένα τέρας, μια προσβολή στα μάτια. Το κορμί του σκεβρωμένο, ο ένας ώμος πιο ψηλός απ’ τον άλλο, η ράχη στη μια μεριά φούσκωνε, όχι ψηλά σαν καμπούρα, παρά λίγο πάνω από το ύψος της μέσης. Τα χέρια του, κοντά και μικρά, μοιάζαν παρμένα από άλλο σώμα, ίσαμε να κατα­ φέρει ο Πλάστης να βρει κάτι πιο κατάλληλο, αργότερα όταν θα ευκαιρούσε – κάτι που ποτέ δεν γίνηκε. Κι Αυτός λησμό­ νησε την εκκρεμότητα. Πάνω σ’ εκείνο το ολόστραβο σουλού­ πι, κορωνίδα στην προσπάθεια να φτιάξει κάτι τέλεια άσχη­ μο, ο καλός Θεός έστησε ένα κεφάλι παρμένο από τους εφιάλ­ τες των μικρών παιδιών. Έντονες γωνίες στο σαγόνι, στόμα πλατύ και στενό σαν μαχαιριά στον πηλό, μάτια τραβηγμένα στις άκριες του προσώπου, σχεδόν χωρίς φρύδια και τσίνου­ ρα. Το τριγωνικό μέτωπό του στεφάνωνε μια αραιή βλάστηση – τρίχες ξεβαμμένες, όρθιες και κοντές, που άφηναν ξέσκεπα τα πεταχτά του αυτιά και κατέβαιναν σβήνοντας στον σβέρ­ κο του. Φορούσε λεπτή γραβάτα, πουκάμισο με στενό γιακά, ρούχο σκουρόχρωμο – κάτι ανάμεσα μαύρο και μελιτζανί, από ύφασμα γυαλιστερό σαν κρύο μέταλλο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=