Ανήσυχα άκρα

Σύνδρομο ανήσυχων άκρων ΕΝΑ ΧΑΡΧΑΛΕΜΑ. ΑΥΤΟ ΑΚΟΥΣΑ όλο κι όλο. Σαν να πέρα- σε κάποιος ανάμεσα στις γαρδένιες. Να ’χε αέρα, θα ’λεγα ο αέρας. Αλλά δεν φυσούσε. Τέντωσα τα αυτιά μου. Αλ- λιώς δεν θα τον έπαιρνα χαμπάρι. Μπορεί και να ’ταν κα- λύτερα έτσι. Να μην τον είχα ακούσει δηλαδή. Καλύτερα να κοιμόμουν. Αλλά πού να κλείσω μάτι; Το χαζοκούτι το έκλεισα μετά τις ειδήσεις. Δεν είχε τί- ποτα. Και να είχε, πού μυαλό; Πήρα το τηλέφωνο κοντά. Για καλό και για κακό. Που λέει ο λόγος. Άμα χτυπήσει μες στη νύχτα, για καλό δεν είναι. Αν και δεν ξέρω. Στην περίπτωση της Μαρίας κακό δεν το λες. Ενενήντα εννιά έφτασε. Παρά ένα εκατό. Και να μη γνωρίζει ούτε την κό- ρη της πια. Το πρωί, λέει, είχε ανοίξει τα μάτια. Τέντα. Σαν να ’βλεπε μπροστά της τον οξαποδώ. Καμιά ώρα μετά τα ’κλεισε πάλι. Η Ζωζώ είχε πει πως δεν έβγαζε άλλη νύχτα. Γι’ αυτό το πήρα το τηλέφωνο κοντά. Την ονειρεύτηκα νυφούλα. Στο γλέντι, λέει, χόρευε με

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=